Μπαίνοντας για λίγο στον κόσμο του 27χρονου Αγιέντ, του μοναδικού εν ενεργεία ψυχολόγου στη βόρεια Γάζα, σκέφτεσαι πως τα ψυχολογικά προβλήματα των επαναπαυμένων δυτικών κοινωνιών μοιάζουν σχεδόν πολυτέλεια.
Κάθε μέρα, με την ιατρική του τσάντα ανά χείρας, ο νεαρός θεραπευτής που εργάζεται για την Κλινική της Ψυχικής Υγείας της Παλαιστινιακής Αρχής, κάνει κατ' οίκον επισκέψεις σε πρώην μαχητές της Χαμάς, σε γυναίκες και σε παιδιά. Κάποια απ' αυτά έχουν δει με τα μάτια τους δικούς τους να διαμελίζονται.
Επί δύο χρόνια (2006-2008) τη δράση τον Αγιέντ παρακολουθούσε η κάμερα του σουηδού ντοκιμαντερίστα Πίο Χόλμκιστ, και της γεννημένης στη Βηρυτό συντρόφου του Σούζαν Καρνταλιάν. Η ταινία, με τον τίτλο «Ο νεαρός Φρόιντ στη Γάζα», θα προβληθεί στο πρώτο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Κω για θέματα υγείας «Ιπποκράτης» (1-6/9) με καλλιτεχνική διευθύντρια τη Λουκία Ρικάκη. Πρόκειται για το μοναδικό φεστιβάλ στον κόσμο με αυτήν τη θεματολογία και το πρόγραμμά του περιλαμβάνει μέχρι και εκλαϊκευμένες διαλέξεις για την πρόληψη.
«Κάποια στιγμή», λέει ο Αγιέντ στους δύο σκηνοθέτες, «ύστερα από μια βομβιστική επίθεση, άκουσα ένα 13χρονο κορίτσι να λέει στις ειδήσεις: "Η μαμά μου νεκρή. Ο μπαμπάς μου νεκρός. Η αδελφή μου νεκρή. Η γιαγιά μου, νεκρή. Βοηθήστε με!" Συνειδητοποίησα πως ήμουν ο μόνος που θα μπορούσα να της προσφέρω κάποια ανακούφιση».
Τρέχουν επί τόπου
«Θορυβημένος με όλα αυτά», μας είπε ο σκηνοθέτης, «ο Αγιέντ δημιούργησε μια ομάδα εκτάκτου ανάγκης που επεμβαίνει σε ανάλογα περιστατικά. Στην πορεία κατάφερε να εκπαιδεύσει τρεις τέσσερις ακόμα ψυχολόγους που σήμερα καλύπτουν -στο βαθμό που μπορούν- τις ανάγκες της περιοχής. Γιατί, στην Παλαιστίνη το θέμα δεν είναι να κοιτάς τη βολή σου, να κάθεσαι στο γραφειάκι σου και να περιμένεις να σου έρθει ο ασθενής, αλλά να τρέχεις επί τόπου, εκεί που σε χρειάζονται».
«Στην πραγματικότητα η Γάζα χρειάζεται ένα εκατομμύριο ψυχολόγους» λέει με πίκρα ο Αγιέντ, που παρά τη δυστυχία που τον περιβάλλει διατηρεί τη θετική του σκέψη. Στην ταινία, άλλωστε, παίρνουμε και μια ιδέα για τη δική του ζωή: τις πιέσεις που του ασκούν οι γονείς του να παντρευτεί, την προτίμησή του για έναν πιο μοντέρνο τύπο γυναίκας όπως η αδελφή του, τους ενδοιασμούς του για τον γάμο και την οικογένεια -ιδιαίτερα σε έναν τόπο όπως η Παλαιστίνη.
Γνωρίζονταν από παλιά
Ενας από τους λόγους που ο νεαρός γιατρός ανοίχτηκε στον σουηδό σκηνοθέτη είναι πως τον γνώριζε από τριών χρόνων. «Οι γονείς του ήταν οι βασικοί χαρακτήρες ενός ντοκιμαντέρ που είχα γυρίσει το 1982 με τίτλο "Το γκέτο της Γάζας". Είχαμε κρατήσει επαφή».
Καθώς η κάμερα παρακολουθεί σε βάθος χρόνου τις επισκέψεις του Αγιέντ, οι εξελίξεις τρέχουν: βομβαρδισμοί από τους Ισραηλινούς, εμπάργκο στη Γάζα, εκλογές που αναδεικνύουν τη Χαμάς στην εξουσία, βίαιες συμπλοκές μεταξύ Φατάχ και Χαμάς. Αλλά και μια έκδηλη συντηρητικοποίηση στην κοινωνία της Παλαιστίνης που μοιάζει να εξισλαμικοποιείται ραγδαία.
Το επιβεβαιώνει και ο Π. Χόλμκιστ. «Πριν από 20 χρόνια, επί Αραφάτ, το κλίμα ήταν πολύ πιο φιλελεύθερο. Οι γυναίκες δεν ήταν καλυμμένες, οι άνθρωποι μιλούσαν πιο ελεύθερα. Σήμερα είναι θλιβερό. Ευθύνες έχει και η Φάταχ και η Χαμάς. Μετά τον Αραφάτ, οι ηγέτες της Φατάχ ήρθαν από άλλες χώρες. Δεν ήταν γεννημένοι στην Παλαιστίνη και κάποιοι από αυτούς ήταν διεφθαρμένοι και καθόλου δημοφιλείς. Η Χαμάς πάλι έδειξε ένα δραστήριο κοινωνικό πρόσωπο, ανέπτυξε ένα κοινωνικό πρόγραμμα για να δείξει πως το Ισλάμ είναι ο δρόμος...».
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση μιας ασθενούς του Αγιέντ: η κοπέλα φοράει μπούργκα. Είναι ο γιατρός της κι όμως μέχρι τέλους δεν βλέπει παρά τα μάτια της. Η κοπέλα έχασε τον αρραβωνιαστικό της όταν ένα αυτοκίνητο έπεσε πάνω τους. Πιάνοντας τον σφυγμό του δεν ένιωσε τίποτε, και αυτή η εικόνα συνεχίζει να τη στοιχειώνει. Η νεαρή Παλαιστίνια έχει καταφύγει στη θρησκεία. Μάταια ο πατέρας της την παρακαλά να ζήσει, να δουλέψει. Το καταφύγιό της είναι πλέον το τζαμί και, όταν ο Αγιέντ την παροτρύνει να σπουδάσει, εκείνη του απαντάει: «Δεν μου μοιάζει σωστό να βλέπω γυναίκες στο πανεπιστήμιο». Παρ' όλ' αυτά αναγνωρίζει τη βοήθειά του: «Μου έσωσες τη ζωή», του λέει. «Δεν ξέρεις πόσα βράδια πέρασα σκεπτόμενη πώς θα αυτοκτονήσω...».
Η κάμερα παρακολουθεί διακριτικά τις συνεδρίες του νεαρού «Φρόιντ» με ετερόκλητους ανθρώπους. Ανάμεσά τους, μια σκελετωμένη έφηβη που έχοντας δει, παιδί ακόμα, ένα νεκρό παιδάκι στο σχολείο της, πάσχει από χρόνια ανορεξία. Ο Αγιέντ έχει να αντιμετωπίσει και τους συντηρητικούς γονείς της που αφήνουν στον ίδιο την πρωτοβουλία των συναντήσεών τους, και «φλερτάρουν» με τον τοπικό ιμάμη, που θεωρούν πως θα λύσει καλύτερα το πρόβλημα της κόρης τους. Σκέφτονται μάλιστα να της κάνουν πλαστική για να βελτιώσουν την απωθητική εικόνα που παρουσιάζει το αποστεωμένο πρόσωπό της. Ο ίδιος διαφωνεί.
Σε γενικές γραμμές ο Αγιέντ διατηρεί για τον εαυτό του τον ρόλο ενός ψύχραιμου εξομολογητή που παρεμβαίνει διακριτικά. Στις περιπτώσεις των νεαρών γυναικών, όπως αποκαλύπτει ο σκηνοθέτης, δεν έχει καν την ευκαιρία να μείνει μόνος μαζί τους -οι γονείς είναι πάντα παρόντες, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις έχει να αντιμετωπίσει και σκληροπυρηνικούς νεοφώτιστους ισλαμιστές αδερφούς που δείχνουν απαξίωση στη δουλειά του: «Ο Θεός θα τη γιάνει. Ολοι οι γιατροί είναι ψεύτες»...
Ανάμεσα στους ασθενείς του και δύο «βετεράνοι» της Χαμάς που σε μια σύρραξη με τους Ισραηλινούς έχασαν τα πόδια τους. «Είμαι μαχητής ενάντια στους Ισραηλινούς και το πλήρωσα», του λέει περήφανα ο ένας. Δεν μοιάζουν ιδιαίτερα συνεργάσιμοι. Οταν τους λέει πως θα διαλέξει ν' ακούσουν μια χαλαρωτική μουσική, τού απαντούν κοφτά, πως εκείνοι ακούνε μόνο την απαγγελία του Κορανίου. Ο Αγιέντ, απρόθυμα, συναινεί. «Κλείστε τα μάτια σας. Πάρτε βαθιά ανάσα». Παύση. «Τώρα ανοίξτε τα. Πώς νιώθετε;». «Κολυμπούσα στον παράδεισο με φίλους μάρτυρες», του απαντά με ένα βλέμμα αγαλλίασης ο ένας...
Αθώοι στη μάχη
«Μας πήρε έναν χρόνο να τους πείσουμε να μας αφήσουν να κινηματογραφήσουμε τις συναντήσεις τους. Γενικά, η Χαμάς δεν παραδέχεται ανοιχτά πως οι άνθρωποί της έχουν ανάγκη ψυχολογικής υποστήριξης», εξηγεί ο Π. Χόλμκιστ.
Ενας άλλος ασθενής του, με ένα βαθούλωμα στο κρανίο, κόντεψε να πεθάνει από μια σύγκρουση, μετά από καταδίωξη της ισραηλινής αστυνομίας. Οπως παραδέχεται ύστερα από αρκετές συνεδρίες, όταν ζούσε στο Ισραήλ, έκλεβε αυτοκίνητα και πουλούσε ναρκωτικά, μέχρις ότου «γνώρισα κάποιον στη Δυτική Οχθη. Μια πολιτική οργάνωση με πλήρωσε να παραλάβω ένα αυτοκίνητο και να το παρκάρω έξω από μια ισραηλινή ντίσκο». Οι προθέσεις τους ήταν προφανείς... Οι Ισραηλινοί όμως τον πρόλαβαν.
-Πώς νιώθεις γι' αυτό σήμερα;
«Νιώθω πως ήταν μια καταστροφή. Δεν μετανιώνω. Αλλά συνειδητοποιώ πως αθώοι άνθρωποι θα σκοτώνονταν. Ο προφήτης μάς λέει: μην σκοτώνετε παιδιά, γυναίκες, γέρους, μην κόβετε δένδρα. Πήγαινε και πολέμα τον στρατό, όχι αθώους πολίτες! Ευχαριστώ τον Θεό που αυτή η επιχείρηση απέτυχε».
Οι ομαδικές συνεδρίες του Αγιέντ με παιδιά-θύματα επιθέσεων είναι οι πιο συγκλονιστικές: όλα έχουν χάσει κάποιον δικό τους. Κάποια μπροστά στα μάτια τους. Μια 14χρονη ορφανή κοπελίτσα καλείται να μεγαλώσει όλα της τα αδέλφια. Οι επιζώντες άντρες της οικογένειας το θεωρούν αυτονόητο...
Ενα όμορφο κοριτσάκι με τσαντόρ λέει στον ψυχολόγο: «Ο ξάδερφός μου ήταν μάρτυρας. Χτυπήθηκε στο κεφάλι και τα μυαλά του σκορπίστηκαν. Ηταν σε αποστολή αυτοκτονίας. Το μάθαμε στις βραδινές ειδήσεις».
«Μια φορά είδα στον ύπνο μου ένα τανκ να περνάει από πάνω μου», λέει ένα άλλο.
Στις ζωγραφιές τους τα θέματα επαναλαμβάνονται: αεροπλάνα, τανκς, βομβιστικές επιθέσεις, πεσμένα δέντρα. Σχεδιάζουν τους εαυτούς τους να δέχονται επίθεση ή να ρίχνουν πέτρες σε αεροπλάνα...
«Αυτές οι συναντήσεις με τα παιδιά θα μου μείνουν αξέχαστες», λέει ο σκηνοθέτης στο «7». «Ηταν τόσο προφανής η ανάγκη τους γι' αυτήν την επικοινωνία. Μιλούσαν με αφοπλιστικό τρόπο και με απίστευτες λεπτομέρειες για όσα συνέβησαν».
Ο καιρός περνά. Η κοπέλα με την μπούργκα τελικά βρίσκει γαμπρό.
«Ο σύζυγός μου επιθυμεί να διακόψουμε τις συνεδρίες μας», λέει στον Αγιέντ, ευχαριστώντας τον από καρδιάς. «Θα ήθελα πολύ να σας δείξω τις φωτογραφίες του γάμου μας, αλλά η κοινωνία δεν μου το επιτρέπει, καθώς δεν είμαι καλυμμένη με τον ισλαμικό τρόπο. Ο Θεός να σας ευλογεί».
Συνεχίζουν οι μαθητές του
Προς το τέλος της ταινίας, στο μυαλό του ψυχολόγου, που είναι φανερά προβληματισμένος με την κατάσταση στη χώρα του, γεννιούνται αμφιβολίες: «Πόσο μπορώ πραγματικά να βοηθήσω το λαό μου, όταν εγώ ο ίδιος μετά βίας βοηθώ τον εαυτό μου;».
Το Νοέμβριο βρέθηκε στη Σουηδία για την πρεμιέρα της ταινίας. Ομως δεν κατάφερε να επιστρέψει στην Παλαιστίνη. Οπως μας είπε ο Π. Χόλμκιστ, «ο μόνος τρόπος για να γυρίσεις πίσω, δεδομένου πως από το Ισραήλ απαγορεύεται, είναι από την Αίγυπτο. Τα σύνορα όμως μένουν κλειστά για μήνες και πρέπει να πληρώσεις τεράστια ποσά. Είναι φοβερό».
Ο Αγιέντ, που είχε αντιμετωπίσει και παλιότερα το ίδιο πρόβλημα, συνεχίζει τις μεταπτυχιακές σπουδές του στη Νορβηγία, περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή να επιστρέψει. Οι ασθενείς του τον περιμένουν. Ομως δεν εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους. Τον νεαρό Φρόιντ αντικαθιστούν οι ψυχολόγοι που ο ίδιος εκπαίδευσε... *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου