3.5.14

Ζακ Λακάν- Ο θρίαμβος της θρησκείας

Στον περίφημο Λόγο προς τους καθολικούς, ο Jacques Lacan, επικεντρώνεται πάνω σε μια μετωνυμική εκ-δήλωση που τροποποιεί διαρκώς την κειμενικότητα της ασυνείδητης αντίληψής μας. Μια επιθυμία που εδράζεται πάνω στην αμφίσημη θέση του ονόματος του Πατέρα, και στη διττή του κυριαρχία. Σ’ αυτόν τον Λόγο προς τους καθολικούς και ακριβώς σ’ αυτό το σημείο, στο σημείο του ονόματος του Πατέρα, διακρίνεται και διακρίνει μια αποφασιστική διαφορά μεταξύ αυτού και του Freud. Αν στο Τοτέμ και ταμπού ο Πατέρας-Θεός είναι νεκρός τότε το πένθος του ονόματος του, προσβάλει κι αυτό το καθεστώς της επιθυμίας. «Αυτό το οποίο μας διδάσκει το Τοτέμ και ταμπού», λέει ο Lacan, «είναι ότι ο πατέρας απαγορεύει αποτελεσματικά την επιθυμία επειδή ακριβώς είναι νεκρός και, θα πρόσθετα εγώ, επειδή ο ίδιος δεν το γνωρίζει – το γεγονός δηλαδή ότι είναι νεκρός. Αυτός είναι ο μύθος που ο Freud προτείνει στον σύγχρονο άνθρωπο, καθώς ο σύγχρονος άνθρωπος είναι εκείνος για τον οποίο ο Θεός είναι νεκρός – εννοώ ότι αυτός νομίζει πως το ξέρει». Ο Freud έτσι στην εποχή της αποθέωσης του επιστημονικού λόγου – και έχει σημασία αυτό όσον αφορά τη διαφορά του με τον Lacan – αποκηρύσσει μια εμπειρία, τη θρησκευτική εμπειρία, ως ήδη τελειωμένη. Προηγουμένως όμως, είχε αναγνωρίσει και τη σημαίνουσα θέση αυτής της εμπειρίας στον ψυχικό κόσμο του ανθρώπου. Μια εμπειρία που θα καταδείξει μέσα στο έργο του τη μυστική περιοχή, της «πρωτοκαθεδρίας του μη ορατού», την αποκαλυψιακή διάσταση της γλωσσικής μας αφύπνισης. Το όνομα του Πατρός αναδύεται έτσι στο έργο του όχι στην καθαρότητα της σαρκική σχέσης, όπως στον μητρικό δεσμό, αλλά στον αδιαφανή ορίζοντα μια «πίστης», όπως θα επισημάνει ο Lacan. Θα ναι μάλιστα σ’ αυτόν τον ορίζοντα όπου ο άνθρωπος θα αναγνωριστεί ως το υποκείμενο, το αφιερωμένο υποκείμενο, ενός λόγου που θα τον κατέχει αναπόδραστα, και θα τον εκ-φέρει στον σκοτεινό ορίζοντα της επιθυμίας του στο πένθιμο ίχνος της έλλειψης του.
Σε αντίθεση με τον Freud, ο Lacan έρχεται όχι στο απόγειο του επιστημονικού λόγου αλλά στην εποχή του άγχους της επιστήμης μπροστά στις δυστοπίες των εργαστηρίων της. Ένας παρ’ όλα αυτά ανόητος φόβος για τον Lacan μια και η επιστήμη ανήκει κι αυτή στην αδυνατότητα της αλήθειάς της. Μπροστά στο Πραγματικό του αντι-κειμένου της όλες οι ολοποιητικές αφηγήσεις της επιστήμης διαψεύδονται και καταρρέουν. Και θα ’ναι εδώ αυτή ακριβώς η τρύπα απ’ όπου η θρησκεία πάντα θα βρίσκει τον τρόπο να επανεισάγεται θριαμβευτικά και πλήρης όλη νοήματος. Στο ευαγγελικό «Εν αρχή ην ο Λόγος», ο Lacan θα αναγνωρίσει αυτή τη μοναδική στιγμή του ανθρώπου. Ο Λόγος θα ναι το συμβάν που θα ρημάξει τον άνθρωπο, όπως θα πει. Ένα συμβάν που θα τον χαρακτηρίσει αποκλείοντας τον από τη ζωική του αμεριμνησία. «Το ομιλούν ον είναι ένα άρρωστο ον». Το κυριότερο σύμπτωμα αυτής της αρρώστιας θα είναι για τον Lacan αυτή η έμφυλη συνείδηση του ανθρώπου, η αδυνατότητα της σεξουαλικής του πληρότητας, το διαγραμμένο Εν ων δύο. Πάλιν εδώ η επιθυμία θα διαγράψει όλον τον κύκλο του Πραγματικού.
Στην αφιέρωση αυτής της αναφορικής συν-κίνησης ο Lacan θα εγγράψει το ίχνος της αγάπης. Στην ευαγγελική εντολή «Αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν» ο Lacan εντοπίζει μια χιαστή κίνηση ανάδυσης και κατάδυσης συγχρόνως. Ο Άλλος που αναγνωρίζεται ως εαυτός μου προσεγγίζεται στο βαθμό που το κατοπτρικό του είδωλο «παραγνωρίζεται». Μια εσωστρεφής κίνηση εξωτερικότητας που εγκαταλείπει το υποκείμενο της στον αντικατοπτρισμό των δυνατών του ταυτίσεων. Είναι όμως ακριβώς που σ’ αυτές τις παλινδρομικές κινήσεις της επιθυμίας εντοπίζεται και η μυστική διάσταση του «Πράγματος». Αυτού που δοκιμάζει και δοκιμάζεται απ’ αυτές ακριβώς τις εξ-άρσεις του μέσα στις έλξεις της επιθυμίας. Ένα μυστήριο φροϋδικό Πράγμα που δεν είναι το αντι-κείμενο της επιθυμίας του υποκειμένου αλλά όπως λέει ο Lacan μια «προϋπάρχουσα δομή», ένα Παρόν πριν το υποκείμενο αναλάβει τη γλώσσα της επιθυμίας του και τη θέρμη των απευθύνσεων της. «Η επιθυμία», λέει ο Lacan, «δεν έχει αντικείμενο εκτός, όπως οι ιδιαιτερότητές της το αποδεικνύουν, από το τυχαίο αντικείμενο, φυσιολογικό ή όχι, που βρέθηκε να έρθει να σημάνει, είτε με μια αναλαμπή είτε μέσα από μια διαρκή σχέση, τα όρια του Πράγματος, αυτού δηλαδή του τίποτα γύρω από το οποίο κάθε ανθρώπινο πάθος περιορίζει το – σύντομο ή μακρύ και με περιοδική επιστροφή – σπασμό του». Μια ερωτογενής λοιπόν ζώνη που προϋπάρχει και δομεί τη διάτρητη φύση του υποκειμένου της, όλες τις τρύπες μαζί των διαφυγών του.


Δεν υπάρχουν σχόλια: