ΤΟΥ
ΙΩΑΚΕΙΜ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗ
Η
Academia Cravatica είναι ένας κροατικός μη κερδοσκοπικός οργανισμός με σκοπό
«τη μελέτη, τη διατήρηση και τη βελτίωση της εικόνας της γραβάτας σαν μέρος της
κροατικής και της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς».
Μέσα
από την ανάλυση περιεχομένου της ιστοσελίδας της (www.academia-cravatica.hr)
που απευθύνεται στο «παγκόσμιο χωριό», εκτιμάται πως εκλαμβάνει την επικοινωνία
ως διαδικασία μετάδοσης μηνυμάτων, με σκοπό τη διαμόρφωση στάσης αποδοχής
απέναντι στην αφήγηση που επιχειρεί. Παραβλέπει την «αλληλόδραση»,
αντιμετωπίζοντας τον «αναγνώστη» ως παθητικό δέκτη πληροφορίας. Σε κάθε
περίπτωση, το μήνυμα, που επικοινωνεί
ένας οργανισμός, αναδεικνύει ποικίλα συγκείμενα, κοινωνικές αξίες και ηθικές
προτροπές. Η «Ακαδημία» προκρίνει μια μεροληπτική αφήγηση, πέρα από τη σφαιρική
αντικειμενική προσέγγιση του αντικειμένου της. Επικροτείται αυτή η στάση στο
χώρο της πολιτιστικής διαχείρισης;
Επιχειρούμε
εδώ μια ανάλυση της αφηγηματολογίας της ιστοσελίδας, μέσα από αφαιρετικά
διαβήματα. Πέρα από το επίπεδο της φράσης, ερμηνεύεται ένα σύνολο φράσεων σαν
ολότητα. Σε μία ιστοσελίδα οι υποσελίδες αποτελούν τις επιμέρους φράσεις. Η
δυναμική της «ανάγνωσης» οδηγεί ακόμη στην αναζήτηση επιπλέον πληροφοριών από άλλες
πηγές.
Καθώς
πλοηγείται κανείς στην ιστοσελίδα της Academia, «σερφάρει» σε μια σειρά από
υποσελίδες/ενότητες, όπως: Νέα, Ενδιαφέροντα γεγονότα, Εθιμοτυπία, κ.ά. Η απλή και επαναλαμβανόμενη γλώσσα στο
περιεχόμενο σχηματίζει το εγκώμιο του αντικειμένου της, αποφεύγοντας παράλληλα
ιδιαίτερες προβληματοθεσίες. Ο αναγνώστης, απέναντι στον καταιγισμό θετικών
μηνυμάτων, διερωτάται: «έχει μόνο καλές πλευρές η ιστορία της γραβάτας;». Στη
διαδικασία της επικοινωνίας μια απουσία ή αποσιώπηση γίνεται συχνά ηχηρή. Αν
συμπεριλαμβανόταν, θα μετέβαλε την ολότητα της αφήγησης.
Στην
ιστοσελίδα, ούτε λίγο ούτε πολύ, η γραβάτα συνδέεται με ιστορίες αγάπης και
πατριωτισμό. Τα φουλάρια (πρόγονοι της
γραβάτας) που φορούσαν Κροάτες στρατιώτες τον 17ο αιώνα, ήταν –κατά τη λαϊκή
παράδοση– δώρο από τις αγαπημένες τους.
Επιπλέον, η λέξη γραβάτα προέρχεται από τη λέξη Κροάτης. Ένα αδιόρατο
νήμα συνδέει τρόπον τινά την αγάπη για την πατρίδα με την αγάπη στις
διαπροσωπικές σχέσεις, κινώντας
συγκεκριμένες χορδές.
Γιατί
όμως η γραβάτα να μην αντιμετωπίζεται φερειπείν ως μιλιταριστικό κατάλοιπο;
Μήπως προσεγγίζεται φετιχιστικά; Όλα αυτά ωθούν στην αναζήτηση στοιχείων, πέρα
από όσα διατείνεται η Academia. Σε μελέτες για τις στρατιωτικές στολές,
διαβάζουμε ότι τα διάφορα μέρη τους λειτουργούν ως σημεία διάκρισης. Γενικότερα,
το ένδυμα εκπέμπει μηνύματα για την κοινωνική θέση και την κοινωνική συμμόρφωση.
H Academia κάνει λόγο για πολιτισμική πρόοδο, ενάντια στη ζωώδη φύση του
ανθρώπου. Υποστηρίζει, πως η ορθολογικότητα και ο μετριασμός της συμπεριφοράς
που περιέχονται στον συμβολισμό της γραβάτας, οδηγούν στην κοινωνική
συμμόρφωση. Αποφεύγεται να αναδειχτεί ότι συμμόρφωση μπορεί να σημαίνει αποδοχή
κοινωνικών διακρίσεων.
Κατά
τον Chaille (2001), γύρω στο 1635, στη διάρκεια του Τριακονταετούς Πολέμου,
μισθοφόροι Κροάτες, στο γαλλικό στράτευμα, ξεχώριζαν φορώντας ένα μαντίλι στο
λαιμό. Είχε υφανθεί από κοινές πρώτες ύλες. Κάποιοι αξιωματικοί φορούσαν
εκδοχές από μετάξι. Οι Γάλλοι υιοθέτησαν το διακριτικό, αυτό και έφτασε στην
αυτοκρατορική αυλή. Προτιμήθηκε αρχικά για να τονίσουν τις σχέσεις τους με τον
στρατό. Στη συνέχεια, αναφέρεται η ιστορία εξάπλωσης της γραβάτας σαν μόδα,
στην Αγγλία και άλλες χώρες. Ο Chaille, μεταξύ άλλων, πιθανολογεί πως
μετεωρολογικοί παράγοντες διέδωσαν τα αξεσουάρ λαιμού, αναφέροντας μια περίοδο
κλιματικής αντικανονικότητας.
Προτείνουμε,
ακόμη, ότι τον 20ό αιώνα η γραβάτα αποτέλεσε σύμβολο διάκρισης ανάμεσα στους
χειρώνακτες και διοικητικούς υπαλλήλους στον «νέο καταμερισμό εργασίας». O
Macherey (2013) αναφέρεται στη «μαζική προβολή στρατιωτικών μεθόδων στη
βιομηχανική οργάνωση». Δεν προκαλούν, λοιπόν, εντύπωση οι στολές εργασίας που
θυμίζουν στολές στρατιωτών.
Κατά
τον Φρόιντ, «στα όνειρα των αντρών βρίσκουμε συχνά τη γραβάτα ως σύμβολο του
πέους, ασφαλώς όχι μόνο επειδή κρέμεται κατά μήκος και είναι χαρακτηριστική για
τον άντρα, αλλά και επειδή μπορούμε να την επιλέγουμε σύμφωνα με τις
προτιμήσεις μας, μια ελευθερία που δεν μας παρέχεται από τη φύση στο επίπεδο
του πραγματικού».
H
Academia θα αισθανόταν άβολα να φιλοξενήσει μια πρόταση περί συμβολικής
αναπλήρωσης του πέους. Μια φεμινιστική προσέγγιση σχετικά με τον σεξισμό, την
έμφυλη διάκριση και την εξουσία, θα είχε ενδιαφέρον. Ούτε λόγος από την Academia,
βέβαια, για τα κινήματα αντικουλτούρας τη δεκαετία του 1960· φερειπείν, οι
χίπις αποκαλούσαν τους χρηματιστές
«βρωμογιάπηδες με γραβάτα». Στους νέους κλάδους παραγωγής, οι «κομπιουτεράδες»
θεώρησαν ότι η δημιουργικότητα δεν είναι συμβατή με γραβάτες και
πουκάμισα.
Αναδεικνύοντας
αποσιωπήσεις όπως οι παραπάνω, αναρωτιέται κανείς για την αποστολή ενός
οργανισμού με πολιτιστικό αντικείμενο. Η Academia Cravatica δεν προάγει ακριβώς
την αμερόληπτη αναζήτηση, τη μελέτη και την κριτική σκέψη. Ας σημειωθεί, πως σε νεότερους ορισμούς της
«πολιτιστικής δραστηριότητας» συναντάται η τάση απάλειψης αξιακών όρων, όπως
«καλλιέργεια» και «προαγωγή» των διανοητικών ικανοτήτων του ανθρώπου με όφελος
συνολικά για το κοινωνικό περιβάλλον, γίνεται λόγος για «παραγωγή προϊόντων και
υπηρεσιών» στο πνεύμα του οικονομισμού.
Η
Zmegac, σ' ένα άρθρο, υπογραμμίζει πως η Potomac Inc., εταιρεία εμπορίας
πολυτελών γραβατών, ίδρυσε την Academia Cravatica το 1997, η οποία στην ιστορία
κατασκευής της σύγχρονης κροατικής ταυτότητας τη δεκαετία του 1990 προσφέρει τη
γραβάτα. Προτάσσεται μια συναισθηματική διαχείριση «εθνικής κληρονομιάς» που
έγινε «παγκόσμια αξία», η οποία επιπλέον συμπληρώνεται από οικονομικά κίνητρα. Το
μαντίλι των Κροατών χωρικών πέρασε στους Γάλλους και στη συνέχεια έγινε μόδα
και άλλαξε σχήματα. Έπειτα, επέστρεψε στην Κροατία με την αστική μορφή της
γραβάτας, τρόπον τινά σαν αντιδάνειο. Η «Ακαδημία», μέσα από συσκοτίσεις,
προτείνει μια «συνέχεια» της κροατικής παράδοσης, ένα εξελικτικό αφήγημα.
Τέλος,
επιχειρείται ένα λογοπαίγνιο με το ίδιο το όνομά της, αντλώντας από την
Κροατική Ακαδημία Τεχνών και Επιστημών (Academia Croatica), αξιώνοντας
«επιστημονικό» κύρος στη διαχείριση της ιστορίας της γραβάτας. Με άλλα λόγια,
λαμβάνει θέση υποκειμένου που παράγει «αλήθεια», προκαλώντας ερωτήματα περί
ηθικής στο πολιτιστικό πεδίο. Ποιες οι συνέπειες τέτοιων πρακτικών, που
παράγουν χειραγωγημένες «πραγματικότητες»; Οι «αξιώσεις ισχύος» της Academia δεν γίνονται εύκολα
αποδεκτές, οδηγώντας στην ανάγκη επίλυσης διαφωνιών μέσω της αναζήτησης εφαρμογής
ενός διαλόγου χαμπερμασιανού τύπου.
Πίσω
από τις πλευρές που αποσιωπούνται, βρίσκονται «υποκείμενα» τα οποία
παραμερίζονται από έναν ιδεώδη διάλογο. Πέρα από το να περιγράψουμε πώς έχουν
τα πράγματα, οφείλουμε να διαμορφώσουμε μια ανοικτή πρόταση γύρω από το πώς θα
έπρεπε να έχουν. Αντλώντας από την ηθική
της επικοινωνίας του Χάμπερμας, μπορεί να γίνει λόγος για πράξεις επικοινωνίας
που δεν προσανατολίζονται μονάχα στην εκπλήρωση κάποιου στόχου αλλά στη
συναίνεση. Προκειμένου ένα «πολιτιστικό αφήγημα» να γίνει αποδεκτό, ο
«διάλογος» που θα το διαμορφώσει οφείλει να λάβει υπόψη διαφορετικές θέσεις και
κριτικές θεάσεις. Πρόκειται για ένα «μοτίβο» το οποίο, με την εφαρμογή του στις
πολιτιστικές δράσεις, παιδεύει αντίστοιχα απέναντι σε διαλογικές στάσεις στην
πολιτική σφαίρα, πέρα από την υιοθέτηση αφηγημάτων ιδιοτέλειας.
Βιβλιογραφία (ενδεικτικά)
Chaille, François (2001). The little Book of
Ties (English language edition). Paris: Flammarion
Zmegac Capo, Jasna
(2009). «Croatia going global cultural
crossovers: From peasant kerchief to the bourgeois cravat». Στο Folks Art - Croatian Journal of
Ethnology and Folklore Research, Vol. 46
Macherey, Pierre (2013). Φουκώ
& Μαρξ. Το παραγωγικό υποκείμενο. Αθήνα: Εκτός Γραμμής
Ψύλλα, Μαριάννα (2004). «Το μήνυμα ως αντικείμενο ερμηνείας και
ανάλυσης στο πλαίσιο της επικοινωνιακής πράξης». Στο Παπαγεωργίου, Γιώτα
(επιμ), Μέθοδοι στην κοινωνιολογική
έρευνα. Αθήνα: Τυπωθήτω - Γ. Δαρδανός