Σε μια εποχή φτωχή σε κοινωνικές ή πολιτικές επαναστάσεις, τα πιο ανήσυχα πνεύματα μπορούν να αναζητήσουν κάποια παρηγοριά στις μεγάλες γνωστικές και τεχνολογικές ανατροπές που συνεπάγεται η εκρηκτική ανάπτυξη της επιστημονικής γνώσης. Καμία, ωστόσο, από τις πρόσφατες τεχνο-επιστημονικές επαναστάσεις δεν έχει επηρεάσει με τόσο ανατρεπτικό τρόπο την καθημερινή μας ζωή όσο η «μοριακή επανάσταση» στις βιολογικές επιστήμες.
Χάρη σ' αυτήν ο άνθρωπος απέκτησε, για πρώτη φορά στην Ιστορία του, τη δυνατότητα όχι απλώς να κατανοεί τη δομή και τη λειτουργία των γονιδίων αλλά και να τροποποιεί κατά βούληση τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της ζωής. Επομένως, η διερώτηση και ο έντονος προβληματισμός σχετικά με τη σημασία ή τις επιπτώσεις των πρόσφατων βιολογικών ερευνών για το μέλλον των σύγχρονων κοινωνιών, και ειδικότερα για την ποιότητα ζωής των ανθρώπων, είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρα από ποτέ.
Η εντυπωσιακή ανάπτυξη της νέας επιστήμης και τεχνολογίας των γονιδίων, δηλαδή της μοριακής βιολογίας και της βιοτεχνολογίας, έχουν ήδη επιφέρει βαθύτατες ανατροπές στον τρόπο που κατανοούμε και επεμβαίνουμε στη ζωή πάνω στη Γη και, πιο πρόσφατα, στην ίδια την ανθρώπινη φύση μας.
Αρκεί να αναλογιστεί κανείς τις εφαρμογές αλλά και τις ασύλληπτες δυνατότητες της γενετικής μηχανικής για να συνειδητοποιήσει τα πρωτόγνωρα και εν πολλοίς δυσεπίλυτα προβλήματα -επιστημονικά, κοινωνικά και ηθικά- που προκύπτουν από την αυτόματη «μετάφραση» των πιο πρόσφατων επιστημονικών ανακαλύψεων σε βιο-τεχνολογία. Και το χειρότερο; Πρόκειται για μια μάλλον βιαστική και επισφαλή «μετάφραση», αφού συνήθως πραγματοποιείται σε συνθήκες μεγάλου ανταγωνισμού και με αποκλειστικό κριτήριο το κέρδος.
Συνειδητοποιώντας την επιτακτική πλέον ανάγκη συνολικής αποτίμησης και ευρύτερου διαλόγου σχετικά με το παρόν και το μέλλον της βιολογικής έρευνας και των εφαρμογών της, πραγματοποιήθηκε στις 20-22 Σεπτεμβρίου στη Βενετία της Ιταλίας το πέμπτο «Διεθνές συνέδριο για το μέλλον της επιστήμης». Θέμα του φετινού συνεδρίου ήταν «Η επανάσταση του DNA» και προσκεκλημένοι μερικοί από τους πιο επιφανείς σήμερα ερευνητές. Την παράσταση όμως έκλεψε η συμμετοχή δύο παγκοσμίου φήμης γενετιστών, του ιταλικής καταγωγής Renato Dulbecco (βραβείο Νόμπελ Ιατρικής το 1975) και του James Watson, ενός από τους αδιαμφισβήτητους πατέρες της μοριακής βιολογίας (την πολύ προσωπική μαρτυρία του μπορεί να διαβάσει ο αναγνώστης της «Ε» στο ειδικό πλαίσιο).
Στην ιστορία κάθε επιστήμης υπάρχουν λίγες χρονολογίες-ορόσημα: το 1953 αποτελεί ορόσημο όχι μόνο για τη βιολογία, αλλά, όπως θα δούμε, και για την ανθρώπινη γνωστική περιπέτεια συνολικά. Τη χρονιά αυτή, ο Αμερικανός J. Watson και ο Βρετανός F. Crick ανακαλύπτουν ότι η διπλή έλικα του DNA είναι το χημικό μόριο που περιέχει όλες τις απαραίτητες γενετικές πληροφορίες ενός οργανισμού. Ανακαλύπτουν, δηλαδή, γιατί το μόριο του DNA μπορεί να είναι το μοναδικό χημικό υπόβαθρο των «γονιδίων», των μονάδων της γενετικής κληρονομιάς που καθορίζουν την ιδιαίτερη μορφή και τις λειτουργίες κάθε ζωντανού οργανισμού πάνω στη Γη!
Η μοριακή επανάσταση στις επιστήμες της ζωής
Με αυτή την απρόσμενη ανακάλυψη εγκαινιάζεται επίσημα ένα ολότελα νέο ερευνητικό πρόγραμμα, που επιζητά πλέον να εξηγήσει σε μοριακό επίπεδο το σύνολο σχεδόν των πολύπλοκων ζωικών φαινομένων. Πρόκειται για το πρόγραμμα της «μοριακής βιολογίας», το οποίο τα επόμενα πενήντα χρόνια θα αποδειχθεί ο σημαντικότερος και παραγωγικότερος κλάδος της Βιολογίας. Η «μοριακή προσέγγιση» θα θεωρηθεί η βασιλική οδός για την αποκάλυψη των μέχρι τότε επτασφράγιστων μυστικών της ζωής. Εξάλλου, χάρη στη λεπτομερή κατανόηση του μοριακού μηχανισμού αναπαραγωγής του DNA καταφέραμε να «λύσουμε» οριστικά το μεγάλο μυστήριο της αναπαραγωγής.
Πράγματι, στα αμέσως επόμενα χρόνια οι ερευνητές αποκάλυψαν την ακριβή χημική δομή και διάταξη των γονιδίων πολλών οργανισμών και αποκρυπτογράφησαν τον «γενετικό κώδικα», δηλαδή τους κανόνες έκφρασης των γονιδίων. Τέλος, έμαθαν πώς να ανασυνδυάζουν και να κλωνοποιούν στο εργαστήριο γονίδια από διαφορετικούς οργανισμούς, δημιουργώντας ολότελα νέες «διαγονιδιακές» μορφές ζωής.
Βέβαια, το λεγόμενο «ανασυνδυασμένο DNA» θα αποτελούσε ένα αξιοπερίεργο αλλά άχρηστο εργαστηριακό επίτευγμα, αν δεν ανακάλυπταν ειδικές τεχνικές για την επανεισαγωγή και την αναπαραγωγή του μέσα σε ζωντανούς οργανισμούς. Χάρη σε αυτές τις νέες εργαστηριακές τεχνικές απομόνωσης, ταυτοποίησης και κλωνοποίησης του ανασυνδυασμένου DNA -τεχνικές που συνήθως περιγράφονται συνοπτικά ως «γενετική μηχανική»- πραγματοποιήθηκε, στα μέσα της δεκαετίας του 1970, το επόμενο μεγάλο βήμα της μοριακής επανάστασης, η υλοποίηση του ονείρου της επεμβατικής βιοτεχνολογίας.
Γονιδιακή τεχνολογία ή μεταμοντέρνα βιο-αλχημεία;
Οι εφαρμογές της μοριακής επανάστασης στις επιστήμες της ζωής είναι πολυάριθμες και δεν εξαντλούνται στις πρωτόγνωρες δυνατότητες επέμβασης και τροποποίησης κάποιων φυτικών, ζωικών ή και ανθρώπινων βιολογικών χαρακτηριστικών· επεμβάσεις που υποτίθεται ότι ανατρέπουν τη λεγόμενη «φυσική τάξη πραγμάτων».
Κατ' αρχάς, η ανάλυση του γονιδιώματος του ανθρώπου και η αντιπαραβολή του με το γονιδίωμα των πιο στενών βιολογικών συγγενών του (χιμπαντζήδες, γορίλες) ανέδειξε τη βαθύτερη ενότητα του ανθρώπινου είδους με τα άλλα πρωτεύοντα θηλαστικά, μια ενότητα που εξηγείται ικανοποιητικά από την κοινή εξελικτική μας προϊστορία. Το περίεργο είναι ότι από τέτοιες γονιδιακές συγκρίσεις προκύπτει πως υπάρχουν λιγότερες γονιδιακές διαφορές ανάμεσα στους χιμπαντζήδες και τους ανθρώπους παρά ανάμεσα στους χιμπαντζήδες και τους γορίλες: Το γονιδίωμα ενός χιμπαντζή είναι κατά 99% όμοιο με το ανθρώπινο, ενώ διαφέρει κατά 3% από αυτό του γορίλα! Επίσης, ανάλογες συγκριτικές έρευνες στις ανθρώπινες φυλές επιβεβαιώνουν την κοινή καταγωγή και συνεπώς τη γονιδιακή ισότητα όλων των ανθρώπων.
Μια άλλη πολλά υποσχόμενη εφαρμογή της μοριακής γενετικής είναι η διάγνωση και η θεραπεία διαφόρων ασθενειών. Σήμερα είναι γνωστό ότι εκατοντάδες ασθένειες οφείλονται σε μεταλλαγμένα γονίδια και ήδη χρησιμοποιούνται οι τεχνικές της γενετικής μηχανικής για την παραγωγή ειδικών φαρμακευτικών προϊόντων (ινσουλίνη, ορμόνες της ανάπτυξης κ.ά.), ενώ σε σπάνιες για την ώρα περιπτώσεις μπορούμε να προσφύγουμε στην πιο άμεση γονιδιακή θεραπεία για την εξάλειψη των γονιδιακών ανωμαλιών. Για παράδειγμα, είναι γνωστό ότι πολλές μορφές καρκίνου εμφανίζονται και εξαπλώνονται λόγω της ενεργοποίησης κάποιων γονιδίων (Ras, Myc, Rml-rar κ.λπ.), γι' αυτό πολλές βιοϊατρικές έρευνες σήμερα επικεντρώνονται στην αναζήτηση δραστικών τρόπων εξουδετέρωσης αυτών των γονιδίων.
Ομως, ο τομέας όπου οι εφαρμογές της βιοτεχνολογίας φαίνονται πραγματικά απεριόριστες είναι η έρευνα για τη δημιουργία διαγονιδιακών οργανισμών (φυτικών και ζωικών), που υπόσχονται να λύσουν τα τεράστια διατροφικά και οικολογικά προβλήματα που θα αντιμετωπίσει η ανθρωπότητα στο άμεσο μέλλον. Μάλιστα, χάρη στις εντυπωσιακές κατακτήσεις της γενετικής μηχανικής,τα δύο τελευταία χρόνια αναδύθηκε και ένα νέο, αρκετά αμφιλεγόμενο ερευνητικό πεδίο, αυτό της «συνθετικής βιολογίας». Με απλά λόγια, επιχειρείται η δημιουργία συνθετικών μορφών ζωής οι οποίες, ενώ δεν είναι τυπικά ζωντανές, μπορούν να εμφανίζουν μια σειρά από ζωικές ιδιότητες και λειτουργίες. Πολλοί ερευνητές, ωστόσο, αντιμετωπίζουν με μεγάλη επιφυλακτικότητα ή και εχθρότητα την προοπτική δημιουργίας τεχνητής ζωής για τεχνολογική εκμετάλλευση. Ορισμένοι μάλιστα περιγράφουν -κάπως αφοριστικά- αυτές τις έρευνες ως «μεταμοντέρνα βιο-αλχημεία». *
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου