Οι χόνδρινες βλάβες του γόνατος αποτελούν μια πρόκληση για τον ορθοπεδικό χειρουργό και ένα δυσεπίλυτο θεραπευτικό πρόβλημα για τους ασθενείς.
Ο χόνδρος (ιστός που καλύπτει την επιφάνεια των οστών στην άρθρωση του γόνατος), σε περίπτωση που υποστεί κάποια βλάβη αφήνοντας ακάλυπτο το υποκείμενο οστό, έχει πολύ μικρό δυναμικό επούλωσης. Παρ' ότι ιστός, ο χόνδρος δεν δέχεται αιμάτωση αλλά «τρέφεται» από το αρθρικό υγρό, τα κύτταρα του δεν μπορούν να μεταναστεύσουν από γύρω υγιείς περιοχές και έχουν πολύ μικρή ικανότητα πολλαπλασιασμού.
Οι χόνδρινες βλάβες αφορούν συνήθως νεαρά άτομα με αθλητικές δραστηριότητες και ενδέχεται να οφείλονται σε ένα συγκεκριμένο ή/και επαναλαμβανόμενο τραυματισμό ή σε οστεοχονδρίτιδα - παθολογική κατάσταση νέκρωσης εντοπισμένης περιοχής του οστού. Πολλές φόρες αποτελούν ένα τυχαίο εύρημα αρθροσκόπησης για κάποιο άλλο λόγο, όπως η αποκατάσταση ρήξεως του μηνίσκου ή του πρόσθιου χιαστού συνδέσμου. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η αρχική βλάβη για την οποία γίνεται η αρθροσκόπηση αποκαθιστάται και γίνεται δευτερεύουσα ανάλογα με τη σπουδαιότητα της χόνδρινης βλάβης.
Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πόνο στο γόνατο κάθε φορά που ο ασθενής το πιέζει λίγο, εμπλοκές και συλλογή υγρού. Χαρακτηρίζονται «ύπουλες» βλάβες, διότι συνοδεύονται και καλύπτονται από άλλες κακώσεις, με αποτέλεσμα να μη φαίνονται στη μαγνητική τομογραφία και η διάγνωσή τους να γίνεται καθυστερημένα. Η βαρύτητά τους εξαρτάται από το μέγεθος της βλάβης και εάν αφορά περιοχή του γόνατος η οποία δέχεται πολλά φορτία.
Οι χόνδρινες βλάβες προκαλούν πρώιμη οστεοαρθρίτιδα σε γόνατα νέων ατόμων και τα τελευταία χρόνια έχουν αρχίσει να εφαρμόζονται τεχνικές με σκοπό τη θεραπεία τους, ενώ μέχρι πρότινος θεωρούνταν μη θεραπεύσιμες.
Σε περιπτώσεις μικρών βλαβών η πιο απλή και ενδεδειγμένη μέθοδος είναι αυτή των μικροτρυπανισμών (microfractures) που γίνεται με αρθροσκοπική τεχνική. Με την τεχνική αυτή δημιουργείται ιστός που μοιάζει πολύ με υαλογενή χόνδρο και τα αποτελέσματά της είναι πολύ καλά.
Σε περιπτώσεις μεγάλων βλαβών μια τεχνική που δίνει πολύ καλά αποτελέσματα είναι η ACI (Autologous Chondrocyte Implantation), κατά την οποία πραγματοποιείται μεταμόσχευση χονδροκυττάρων -προερχόμενα από τον ίδιο τον ασθενή, αφού πρώτα καλλιεργηθούν και πολλαπλασιαστούν στο εργαστήριο. Το μειονέκτημά της έγκειται στην ολοκλήρωσή της σε δύο στάδια.
Το τελευταίο διάστημα μεγάλες ελπίδες έχει δώσει η δημιουργία βιολογικών υλικών, π.χ. μεμβράνη υαλουρονικού ή κολλαγόνου, το υλικό marioregen σε συνδυασμό με μεσεγχυματικά κύτταρα ή χονδροκύτταρα. Οι μεμβράνες αυτές τοποθετούνται στο σημείο της βλάβης με σκοπό την κάλυψη του κενού και εμποτίζονται με πολλαπλασιασμένα χονδροκύτταρα ή μεσεγχυματικά κύτταρα. Διεγείροντάς τες με ειδικές ουσίες (αυξητικούς παράγοντες), μετατρέπονται σε χονδροκύτταρα, όπου επάνω στην επιφάνειά τους παράγουν φυσιολογικό χόνδρο. Η λήψη των μεσεγχυματικών αυτών κυττάρων είναι απλή και εύκολη διότι βρίσκονται στο μυελό των οστών.
Για την επιτυχή έκβαση, οποιαδήποτε προσπάθεια επιδιόρθωσης χόνδρινης βλάβης θα πρέπει να συνδυάζεται με την ταυτόχρονη επιδιόρθωση και των άλλων βλαβών που συνήθως υπάρχουν, π.χ. μηνίσκων, ρήξη χιαστού ή διαταραχές του άξονα φόρτισης του γόνατος.
Με τη σημερινή πρόοδο σε ερευνητικό και επεμβατικό επίπεδο (βελτίωση αρθροσκοπικών και μη χειρουργικών τεχνικών) είναι πλέον δυνατή η θεραπεία των χόνδρινων βλαβών -για τις οποίες μέχρι πρότινος δεν υπήρχε αξιόπιστη λύση και οι νέοι συνήθως ασθενείς οδηγούνταν σε πρώιμη οστεοαρθρίτιδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου