Σε λίγες ημέρες συμπληρώνονται τριάντα τέσσερα χρόνια από την αιματοβαμμένη επέτειο του Πολυτεχνείου, την οποία εδώ θα τιμήσουμε με έναν διαφορετικό τρόπο. Όχι μιλώντας πάλι για το βασανιστικό ακόμα και σήμερα «Αδέλφια μας στρατιώτες, είμαστε άοπλοι » του παράνομου σταθμού, αλλά με το «Έστω και ένας αστυφύλακας αν τολμήσει να πατήσει τον περίβολο ή το πεζοδρόμιο του πανεπιστημίου θα φονευθεί».
Φυσικά οι αγωνιστές του Πολυτεχνείου ήταν άοπλοι και δεν θα μπορούσαν να εκτοξεύσουν τέτοιες απειλές κατά των δυνάμεων που είχαν περικυκλώσει τον χώρο, αλλά σήμερα δεν θα αναφερθούμε στη 17η Νοέμβρη 1973, αλλά στη 16η Δεκεμβρίου 1896. Τότε που μια φραστική κόντρα μεταξύ φοιτητών - καθηγητή Iατρικής οδήγησε σε μια σκληρότατη σύγκρουση φοιτητών - αστυνομίας, που είχε ως αποτέλεσμα νεκρούς, λαϊκή συμπαράσταση στους εγκλωβισμένους, πορείες διαμαρτυρίας και την πρώτη κατάληψη – από οπλισμένους φοιτητές – πανεπιστημιακού κτιρίου στην Ελλάδα...
Είμαστε στο 1896, και η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα λίγους μήνες πριν έχει επιβαρύνει ακόμα περισσότερο το αποδυναμωμένο εθνικό ταμείο, λίγα χρόνια μετά το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Χαρίλαου Τρικούπη. Στην εξουσία βρίσκεται ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης, ο οποίος έχει μοιράσει πολλές υποσχέσεις που δεν μπορεί να πραγματοποιήσει, ενώ το ζήτημα της απελευθέρωσης της Κρήτης από τον τούρκικο ζυγό βρίσκεται και πάλι σε έξαρση.
Στον εκπαιδευτικό χώρο, το Εθνικό Πανεπιστήμιο γιόρταζε τα 60 χρόνια από την ίδρυσή του, με τις – αυτονόητες σήμερα – διεκδικήσεις των φοιτητών για καλύτερη εκπαίδευση να βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη. Σε αυτό το κλίμα μια υποβόσκουσα κόντρα μεταξύ φοιτητών της Iατρικής και του καθηγητή τους Ιούλιου Γαλβάνη έδειχνε ελεγχόμενη. Ο τελευταίος αρνούνταν να δώσει αποδείξεις πρακτικής άσκησης στους τεταρτοετείς σπουδαστές, οι οποίες ήταν απαραίτητες για το πτυχίο τους, με αποτέλεσμα να καθυστερεί η αποφοίτησή τους, με ό,τι οικονομικές συνέπειες για τους ίδιους μπορούσε να έχει αυτό.
Στη συνάντηση που γίνεται μεταξύ των δύο πλευρών στις 16 Δεκεμβρίου 1896, όχι μόνο δεν βρίσκεται λύση, αλλά τα πράγματα εξωθούνται στα άκρα, μια και ο καθηγητής επιτίθεται φραστικά στους φοιτητές λέγοντάς τους ότι είναι ανάξιοι να έχουν ιατρική έδρα, ότι προσβάλλουν τη χώρα και το ελληνικό πανεπιστήμιο, κάτι που κάνει τους δεύτερους να αποχωρήσουν οργισμένοι από τη συνάντηση.
Λίγη ώρα μετά οι φοιτητές συγκροτούν επιτροπή αγώνα και στο ψήφισμά τους ζητούν την απόλυση του καθηγητή, ενώ τα αιτήματά τους συσπειρώνουν και τους σπουδαστές των άλλων σχολών, με αποτέλεσμα γενική απεργία, στην οποία μάλιστα συμμετείχαν και οι βοηθοί του Γαλβάνη.
Στη Σύγκλητο που συγκαλείται έκτακτα την επόμενη ημέρα, ο καθηγητής αρνείται ότι έβρισε τους φοιτητές: «ουδέν άλλο έπραξεν ειμή να υποτιμήσει τους θορυβήσαντας και ατακτήσαντας, χωρίς όμως να έχει την ελαχίστην πρόθεσιν διά της επιτιμήσεώς τους να προσβάλει κάποιον από τους φοιτητές, πράγμα το οποίο και εις τον χαρακτήραν του αντίκειται» και τους καλεί να επανέλθουν στα μαθήματά τους.
Ο καταδότης πρύτανης
Η ανακοίνωση της Συγκλήτου δεν καθησυχάζει τους φοιτητές που συγκροτούν νέα επιτροπή αγώνα σκληραίνοντας τη στάση τους. Αποφασίζουν την κλιμάκωση των κινητοποιήσεων, συνεχίζουν την προσπάθεια συσπείρωσης φοιτητών και άλλων σχολών στα αιτήματά τους και προχωρούν στον οπλισμό όλων των μελών της επιτροπής. Οι γιορτές των Χριστουγέννων και του νέου έτους κάθε άλλο παρά ηρεμούν την ένταση.
Οι αποδοκιμασίες εναντίον του Γαλβάνη στις 9 Ιανουαρίου 1897 αλλά και η πίεση από την κυβέρνηση και το υπουργείο Παιδείας «αναγκάζουν» τη Σύγκλητο να κλείσει την Ιατρική Σχολή με αποτέλεσμα να χαθεί το χειμερινό εξάμηνο.
Κομβικό σημείο στη δραματική τροπή που πήραν τα πράγματα, αποτέλεσε η ενέργεια του πρύτανη Χρηστομάνου να δώσει στην αστυνομία ονόματα φοιτητών που πρωτοστατούσαν στις κινητοποιήσεις. Ο ίδιος θα το επιβεβαιώσει στη Σύγκλητο: «την δε πρωΐαν της Τρίτης συνεπεία ταραχώδους συναθροίσεως προ των Προπυλαίων ο Δ/ντής της Αστυνομίας και ο Εισαγγελέας θέλοντας να συλλάβωσι τους πρωταιτίους με εκάλεσαν δι’ αστυφυλάκων εκ του μαθήματός μου εν τω Πολυτεχνείω και μου εζήτησαν κατάλογον αυτών, ον προχείρως σημειώσας επέδωκα αυτοίς εκ του Γραφείου της Πρυτανείας».
Οι συλλήψεις φοιτητών από το «χαρτάκι» του πρύτανη, όπως ήταν αναμενώμενο, είναι η αφορμή να ξεσπάσουν εκτεταμένα επεισόδια, τα οποία παρουσιάζουν με τον καλύτερο τρόπο τα πρακτικά της Συγκλήτου:
«Και όντως, μόλις επιστρέψας περί ώραν 11 π.μ. εκ της οικίας του κ. προέδρου, παρετήρησα έκτακτον κίνησιν και συρροήν πλήθους εις την πλατείαν του Πανεπιστημίου και του Νοσοκομείου και ελέγετο ότι ερρίφθησαν πυροβολισμοί. Εισελθών εναντίον των προτροπών πολλών φίλων και φοιτητών φοβουμένων επίθεσιν κατ’ εμού εις το Πανεπιστήμιον και μόλις αναγνωρισθείς, περιεκυκλώθην υπό μαινομένου πλήθους ωθούντος με εις τον διάδρομον της Πρυτανείας εν μέσω ύβρεων, γιουχαϊσμάτων και απειλών.
“Συ είσαι ο προδότης, άτιμε, ανάξιε να είσαι πρύτανης, συ έχυσες το αίμα τριών αποθνησκόντων συναδέλφων. Να πιούμε το δικό σου. Σε ετάξαμεν να υπερασπιστείς την τιμήν των φοιτητών και συ γίνεσαι υπόδουλος ατιμησάντων μας καθηγητών. Έξω. Έξω".
Φθάσας ενώπιον της κλειστής θύρας της Πρυτανείας ηθέλησα να προσφωνήσω, αλλά το ρεύμα με ώθησεν εις της αυλήν της κρήνης, εδέχθην πολλάς γροθιάς και πολλά ποδοκλοτσήματα, εκτραπέντος πλειότερον των άλλων ενός Θεόδ. Ευστρ. Φίλια, φοιτητού της Νομικής εκ Τρικάλων, όστις εξηρέθιζε το πλήθος κατ’ εμού».
Η πρώτη κατάληψη
Το θέμα έχει πάψει πια προ πολλού να είναι στενά πανεπιστημιακό, αλλά ενώ όλοι ψάχνουν να βρουν μια λύση κανένας δεν έχει το καθαρό μυαλό να συμβιβάσει τα πράγματα. Εν όψει νέας συγκέντρωσης φοιτητών η Πρυτανεία μαζί με την αστυνομία κλείνουν τις πόρτες του Πανεπιστημίου, αλλά μια επίθεση των φοιτητών σπάει τη ζώνη ασφαλείας και πλέον η πρώτη κατάληψη πανεπιστημιακού χώρου στη νεότερη ιστορία της χώρας είναι γεγονός.
Και τι κατάληψη, θα προσθέταμε σήμερα... Με φοιτητές να βρίσκονται μέσα σε αυτή κρατώντας όλοι όπλα, μαχαίρια, μια αντλία από την οποία θα εκτοξευόταν θειικό οξύ (...), ενώ ο χώρος είχε ζωστεί στην κυριολεξία με μεγάλες ποσότητες δυναμίτιδας οι οποίες, σε πιθανή έφοδο της πάνοπλης αστυνομίας και του στρατού που βρισκόταν έξω από το ίδρυμα, θα μετέτρεπαν τον χώρο σε ολοκαύτωμα...
Πλέον η λύση ήταν επιτακτική ανάγκη. Επιτροπή των φοιτητών συναντάει τον Χρηστομάνο ζητώντας να αποχωρήσουν οι στρατιωτικές δυνάμεις, κάτι που, ενώ γίνεται πράξη, δεν είναι ικανό να τερματίσει την κατάληψη. Οι καταληψίες – κατά τον πρύτανη – «κομίσαντες όπλα, φυσίγγια και δυναμίτιδα, εξαρθρώσαντες τας θύρας, παρατάξαντες εκ των αιθουσών τας τραπέζας και τα καθίσματα εις τας αυλάς, καταβιβάσαντες τους πίνακας, διαρρήξαντες πάσας τας θύρας των αιθουσών και αποθηκών, πλην των γραφείων και του ταμείου, συντρίψαντες την έδραν του αμφιθεάτρου της Ιατρικής Σχολής και διορίσαντες φρουράρχους τους εκ Μεσσηνίας Α. Τασσόπουλον και Β. Μπαρδόπουλον, ητοιμάσθησαν να καταυλισθώσι οριστικώς εν τω Πανεπιστημίω».
Οργάνωση της άμυνας
Οι φοιτητές οργανώνονται πλέον για σύγκρουση. Τυπώνουν φυλλάδια ενημέρωσης για τον κόσμο, δημιουργούν βάρδιες με οπλισμένους φρουρούς, ψάχνουν στα υπόγεια του κτιρίου ελπίζοντας να βρουν περισσότερα πολεμοφόδια και φτιάχνουν αυτοσχέδιες λαμπάδες για να φωτιστούν αλλά και για να ζεσταθούν, μια και είμαστε στα μέσα Γενάρη και το κρύο είναι τσουχτερό και η αστυνομία έχει διακόψει την παροχή ρεύματος στο κτίριο.
Η επικοινωνία με τους συντρόφους τους που βρίσκονται εκτός κτιρίου γίνεται μέσω του φοιτητή Παρασκευόπουλου ο οποίος είναι... δισκοβόλος και πετάει από απόσταση εκατό μέτρων προμήθειες και σημειώματα συμπαράστασης μέσα στο κτίριο. Παράλληλα, μεγάλη συγκέντρωση συμπαράστασης στους εγκλωβισμένους καταλήγει σε έρανο για την αγορά προμηθειών. Με 250 δρχ. που μαζεύονται αγοράζονται ψωμιά και τυριά, τα οποία μέσα σε δύο τσουβάλια έξι φοιτητές προσπαθούν να μεταφέρουν μέσα στο κτίριο από το δίκτυο των υπονόμων από έναν παλιό χάρτη της πόλης που είχαν βρει.
Το σχέδιο των φοιτητών που βρίσκονταν έξω από το κτίριο, ήταν μετά το συλλαλητήριο που θα γινόταν την άλλη μέρα στις 10 το πρωί, η πορεία να φτάσει έξω από το πολιορκημένο Πανεπιστήμιο και με μία ξαφνική έφοδο στις δυνάμεις ασφαλείας να σπάσουν τον αποκλεισμό ενώνοντας τους συγκεντρωμένους με τους καταληψίες. Οι έγκλειστοι εκείνο το βράδυ οργάνωναν την άμυνά τους εκλέγοντας γενικό αρχηγό, φρούραρχο καθώς και τις θέσεις μάχης:
«Η άμυνα εμερίσθη ως εξής: την μεν ανατολικήν πλευράν ανέλαβον οι Μεσσήνιοι και Κρήτες· την μεσημβρινήν οι Λάκωνες, Αρκάδες και Κορίνθιοι· την Β. Ανατολικήν οι εκ Θεσσαλίας και Στερεάς· επί της ΝΑ. αιθούσης ετάχθησαν οι εκ του έξω Ελληνισμού· επί της ΒΔ. οι Νησιώται Σάμιοι και Κύπριοι. Τα δε προπύλαια απεφασίσθη να αναλάβωσι οι άριστοι εξ όλων, καθόσον εκείθεν υπήρχε και το ασθενέστερον και προσφορώτερον εις προσβολήν μέρος· επί του αετώματος δε, ανέβησαν δύο εκατέρωθεν με όπλα γκρα.
Εξ εκάστης δε των προρρηθέντων ομάδων εξελέγη εις υπαρχηγός, όστις ιδία επετήρη την φρούρησιν της θέσεώς του, επιτετραμμένος να αλλάσσει ανά δίωρον τους φρουρούς κ.τ.λ. Τη αποφάσει δε της επιτροπής ετέθησαν και 4 φρουροί ως φρουροί του ταμείου του πανεπιστημίου· 5 δε εξ όλων απετέλεσαν την εντός αστυνομίαν, δίδοντας εκάστοτε τας δέουσας πληροφορίας τω φρουράρχω».
Όπως είναι κατανοητό, η κυβέρνηση θεωρούσε ότι δεν είχε να κάνει πλέον με φοιτητική κινητοποίηση, αλλά με στάση, και ο στρατιωτικός νόμος ήταν προ των θυρών. Στην πόλη επικρατούσε χάος, μια και στα συλλαλητήρια συμπαράστασης στους εγκλωβισμένους υπήρχε νεκρός, πολλοί τραυματίες και δεκάδες συλληφθέντες.
Η εξαπάτηση
Η καθοριστική επόμενη ημέρα ξεκίνησε με τη μεγάλη πορεία στους δρόμους της Αθήνας από τη μία και με την κυβέρνηση να διαμηνύει στους καταληψίες ότι αν δεν εκκενώσουν το κτίριο θα επέμβει ο στρατός από την άλλη. Η προσπάθεια των καταληψιών να πιάσουν όμηρο τον διαβόητο αστυνομικό διευθυντή Μπαϊρακτάρη αποτυγχάνει, ενώ η κρίσιμη στιγμή έρχεται όταν ένας ανθυπολοχαγός του Πυροβολικού στρέφει μια αντλία νερού κατά των φοιτητών.
Την ίδια στιγμή «αστραπηδόν περί τους 30 φοιτητάς ευρισκόμενοι προ των Προπυλαίων εισπηδόμεν ασκεπείς με τα περίστροφα και δυναμίτιδας ανά χείρας και τασσόμεθα κύκλω του περιβόλου έτοιμοι να πυροβολήσωμεν πλέον εάν εβλέπωμεν τον στρατόν πατώντα επί του προαυλίου».
Η λύση – και η λύτρωση για όλους – έρχεται στην κυριολεξία την τελευταία στιγμή από τον πιο απρόβλεπτο άνθρωπο. Ο εξαιρετικά συντηρητικός καθηγητής Μυστριώτης – που λίγα χρόνια μετά για «χάρη» του θα ξεσπούσαν άλλες πολύνεκρες φοιτητικές κινητοποιήσεις – παρουσιάζεται στους καταληψίες δίνοντάς τους πειστικές εγγυήσεις ότι η κυβέρνηση του ζήτησε να τους μεταφέρει ότι γίνονται δεκτά όλα τα αιτήματά τους. Δηλαδή η παραίτηση του καθηγητή Γαλβάνη και η αμνηστία για όλους τους συλληφθέντες.
Παράλληλα κάποιοι σπεύδουν να ειδοποιήσουν την πορεία που πλησίαζε ότι η τριήμερη κατάληψη τελείωσε και οι φοιτητές είχαν αποχωρήσει από το κτίριο. Πράγματι, ύστερα από πολλές διαβουλεύσεις και κυβερνητικές εγγυήσεις οι φοιτητές έβγαιναν από το κτίριο ανά τετράδες και κατευθύνονταν προς τους άλλους συγκεντρωμένους.
Το ίδιο κιόλας βράδυ όμως η κυβέρνηση Δηλιγιάννη αναιρεί όλες τις υποσχέσεις της, εκδίδει 90 εντάλματα σύλληψης για τους πρωταίτιους των κινητοποιήσεων και εγκαθιστά φρουρά φύλαξης στο Πανεπιστήμιο. Κανείς δεν γνώριζε ποια θα ήταν η αντίδραση του εξαπατημένου από την κυβέρνηση φοιτητικού κόσμου, αν τα γεγονότα δεν προλάβαιναν τους πάντες.
Το ίδιο βράδυ της κορύφωσης των γεγονότων, η Βουλή αποφάσιζε την αποστολή ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στην Κρήτη προς βοήθεια του εκεί εξεγερμένου κρητικού λαού απέναντι στον τούρκικο ζυγό. Όπως ήταν φυσικό, οι σοβαρές αυτές εξελίξεις επισκίασαν τις φοιτητικές αντιδράσεις, και πλέον το ενδιαφέρον λαού και φοιτητών στράφηκε στο σοβαρό εθνικό ζήτημα, αφήνοντας στην άκρη την πανεπιστημιακή κρίση.
Οι δύο εξεγέρσεις (Πολυτεχνείου - Πανεπιστημίου), παρ’ ότι είχαν πολλές διαφορές (με κυριότερη ότι το 1973 οι φοιτητές ζητούσαν την κατάργηση του στρατιωτικού νόμου, ενώ το 1896 θα προκαλούσαν την κήρυξή του), στη βάση τους ήταν ακριβώς ίδιες (κατάληψη πανεπιστημιακού χώρου, φυλλάδια ενημέρωσης στους πολίτες και πορείες συμπαράστασης από τους δεύτερους, αποκλεισμός του χώρου από στρατιωτικές δυνάμεις, νεκροί και τραυματίες εκτός του χώρου, κατηγορίες από την κυβέρνηση για στάση και λεηλασίες).
Βέβαια αυτό που διαφοροποιεί εντελώς τις δύο καταλήψεις είναι ότι στο Πανεπιστήμιο οι φοιτητές ήταν πάνοπλοι, κάτι που δεν συνέβαινε στο Πολυτεχνείο, και φυσικά δεν είχαμε εισβολή του στρατού στη διάρκεια της κατάληψης.
Σε κάθε περίπτωση οι κινητοποιήσεις αυτές θυμίζουν στους κάθε λογής και κάθε εποχής κυβερνώντες ότι ο σπουδαστικός χώρος είναι πάντα το πιο εύφλεκτο υλικό μιας μουσκεμένης κοινωνίας, που είναι πάντα έτοιμο να πυρποληθεί τινάζοντας στον αέρα τους προγραμματισμούς που γίνονται στα γραφεία…
* Στοιχεία αντλήθηκαν από το βιβλίο του Χρήστου Λάζου «Ελληνικό φοιτητικό κίνημα» και τη μελέτη του επίκουρου καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Εμμανουήλ Φυριππή για το ίδιο θέμα.
(Ποντίκι, 13.11.2008)
3 σχόλια:
Αρχικά να συγχαρώ τον Δ. Κ. για την αναδημοσίευση και τη δυνατότητα που δίνει, σε όσους δεν την είχαν, να γίνουν γνώστες μιας στιγμής αρκετά ενδιαφέρουσας, της νεότερης ιστορίας μας.
Διαβάζοντας δε το κείμενο, μου ήρθε στο μυαλό εξέγερση, προφανώς με μεγαλύτερη συμμετοχή και εντελώς διαφορετικά κίνητρα, αυτή του Κιλελέρ. Η σύγκριση ήρθε στο μυαλό μου, επειδή, με βάση τις αναφορές της εποχής, οι επικεφαλής της διαμαρτυρίας καλούσαν τον κόσμο να πάει στην μεγάλη πορεία στο Κιλελέρ ΑΟΠΛΟΣ, με αποτέλεσμα το γνωστό. Σκέφτηκα λοιπόν, τί θα είχε γίνει αν και εκεί οι αγρότες ήταν οπλισμένοι και οι χωροφύλακες από την άλλη το ήξεραν.
Αντίστοιχο συμβάν στην Σέριφο έδειξε ότι το αποτέλεσμα ήταν υπέρ των ενόπλων απεργών.
Το γεγονός της μπαμπεσιάς στην ιστορία με τους φοιτητές δεν είναι καθόλου παράξενο, απεναντίας, αλλά το γεγονός ότι όσο ήταν οπλισμένοι και έδειχναν ότι ΔΕΝ είχαν σκοπό να κάνουν πίσω τους έκανε και υπολογίσιμους – άρα και με διεκδικητές με αξιώσεις.
Μια αντίστοιχη περίπτωση της μεταπολίτευσης, με την κατάληψη του Χημείου(όπου σαφώς υποδείχτηκε από τους καταληψίες ότι υπάρχει περίπτωση να γίνει ...Κούγκι), έδειξε ότι ακόμα και ...φαφούτης να είσαι, αν "δείξεις" δόντια, έχεις προοπτική.
Ίσως το σύνθημα "το μέλλον ανήκει στους εξεγερμένους και όχι στους ρουφιάνους και στους προσκηνημένους" να έχει μεγαλύτερη βάση από όση νομίζουμε...
Δ. Μ.
Υ. Ο ... Μπαρδόπουλος που αναφέρεται στο κείμενο, έχει καμιά σχέση με τον Γιάννη; :)
Πρωτότυπο και άκρως ενδιαφέρον το άρθρο και η ιδέα σου να το μορφοποιήσεις. Εύγε τέκνον Ουρανίτσα!!!
Η δημιουργικότητα με λόγο και αιτία ήταν είναι και θα είναι το πιο ψυχαγωγικό τονωτικό.
Αγαπητή ουρανίτσα, μια υπόκλιση!
Δημοσίευση σχολίου