Ο Ρολάν Μπαρτ γεννήθηκε στις 12 Νοεμβρίου 1915 στο Χερβούργο της Νορμανδίας. Μετά τον θάνατο του πατέρα του σε ναυμαχία στη Βόρεια Θάλασσα το 1916 μετακόμισαν μαζί με τη μητέρα του, Ανριέτ Μπινγκέρ Μπαρτ, στην Μπαγιόν της Νοτιοδυτικής Γαλλίας, όπου ο μικρός Ρολάν πέρασε τα παιδικά του χρόνια, ενώ έζησε μεγάλα χρονικά διαστήματα και με τους παππούδες του. Το 1924 μητέρα και γιος εγκαταστάθηκαν στο Παρίσι, όπου ο Μπαρτ φοίτησε στα φημισμένα λύκεια Montaigne και Louis Le Grand ως το 1934. Στο μεταξύ η μητέρα του είχε φέρει στον κόσμο ένα εξώγαμο αγοράκι, που είχε ως αποτέλεσμα να σταματήσουν οι γονείς της να την ενισχύουν οικονομικά. Η Ανριέτ Μπαρτ εργάστηκε σε βιβλιοδετείο για να μπορέσει ο γιος της, Ρολάν, να σπουδάσει στη Σορβόννη, από όπου έλαβε πτυχίο κλασικών γραμμάτων το 1939 και γραμματικής και λογοτεχνίας το 1943.
Στο μεταξύ ο Μπαρτ είχε προσβληθεί από φυματίωση, με αποτέλεσμα να νοσηλευθεί σε σανατόρια από το 1934 ως το 1935 και από το 1942 ως το 1946, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που υποτροπίασε, χάνοντας την ευκαιρία να ολοκληρώσει τη διδακτορική του διατριβή. Η γερμανική κατοχή τον βρήκε στο σανατόριο της Ισέρ, όπου περνούσε τις ατέλειωτες μέρες του διαβάζοντας, ζωγραφίζοντας, γράφοντας και στήνοντας ένα μικρό θεατρικό θίασο. Στη διάρκεια της εκπαιδευτικής του σταδιοδρομίας δίδαξε σε σχολεία του Μπιερίτς, της Μπαγιόν και του Παρισιού, στο Γαλλικό Ινστιτούτο του Βουκουρεστίου και στο Πανεπιστήμιο της Αλεξάνδρειας. Μεταξύ 1952 και 1959 εργάστηκε ως υπεύθυνος ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών της Γαλλίας, ενώ από το 1960 ως το 1977 διετέλεσε διευθυντής σπουδών (και διευθυντής ενός κοινωνιολογικού σεμιναρίου) στην Ecole Pratique des Hautes Etudes en Sciences Sociales του Παρισιού με σύντομο διάλειμμα μεταξύ 1967-1968, στη διάρκεια του οποίου δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Johns Hopkins της Βαλτιμόρης. Την τετραετία 1976-1980 κατέλαβε τη νεοσυσταθείσα έδρα Φιλολογικής Σημειολογίας της Λογοτεχνίας στο Κολέγιο της Γαλλίας.
Στο πρώτο του βιβλίο με τίτλο «Ο βαθμός μηδέν της γραφής», που εκδόθηκε το 1953, ο Μπαρτ μελέτησε τη σχέση λογοτεχνίας και εξουσίας φθάνοντας στο συμπέρασμα ότι η γλώσσα δεν είναι κοινωνικά αθώα. Εκείνη την εποχή εργάστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα και ως σύμβουλος στην αυτοκινητοβιομηχανία της Ρενό. Ακολούθησαν δεκάδες άρθρα και περισσότερα από 20 βιβλία (μερικά εκδόθηκαν μετά τον θάνατό του), μεταξύ των οποίων τα «Εικόνα - μουσική - κείμενο», «Ανάγνωση - γραφή - απόλαυση», «Αποσπάσματα του ερωτικού λόγου», το οποίο πούλησε περισσότερα από 60.000 αντίτυπα μόνο στη Γαλλία, «Η επικράτεια των σημείων», το οποίο έγραψε ύστερα από ένα ταξίδι του στην Ιαπωνία, «Η απόλαυση του κειμένου», μια αντι-αυτοβιογραφία με τίτλο «Ο Ρολάν Μπαρτ από τον Ρολάν Μπαρτ» και «Μυθολογίες - μάθημα», μια ανάλυση των χαρακτηριστικών και των μύθων της σύγχρονης κοινωνίας, στο πλαίσιο της εναρκτήριας παράδοσής του στο Κολέγιο της Γαλλίας. Πολέμιος της μαζικής κουλτούρας και του μικροαστικού τρόπου ζωής, ο γάλλος θεωρητικός διατεινόταν: «Η νόθα μορφή της μαζικής κουλτούρας είναι η ταπεινωτική επανάληψη... Πάντα νέα βιβλία, νέα προγράμματα, νέα φιλμ, νέα αντικείμενα, αλλά πάντα το ίδιο νόημα».
Επηρεασμένος από τη σημειολογική ανάλυση και τη δομική ανθρωπολογία ο Ρολάν Μπαρτ ακολούθησε τα βήματα του ελβετού γλωσσολόγου Φερντινάν ντε Σοσύρ, συνεισφέροντας στη δημιουργία του κινήματος που ονομάστηκε «στρουκτουραλισμός». «Ο φωτεινός θάλαμος» υπήρξε το τελευταίο του έργο, το οποίο συνέγραψε στο διάστημα που μεσολάβησε μεταξύ του θανάτου της μητέρας του, το 1977, και του δικού του. Ολη του τη ζωή την πέρασε μαζί ή κοντά με την πολυαγαπημένη του μητέρα, την οποία φρόντιζε στη διάρκεια της ασθένειάς της. Ο Ρολάν Μπαρτ τραυματίστηκε θανάσιμα σε αυτοκινητικό δυστύχημα στο Παρίσι στις 23 Μαρτίου 1980, σε ηλικία 64 ετών. Η μεταθανάτια έκδοση του έργου του με τίτλο «Συμβάντα», το 1987, αποκάλυψε την ομοφυλοφιλία του. Ο Μπαρτ υπήρξε, μαζί με τον Μισέλ Φουκό, τον Ζακ Λακάν και τον Ζακ Ντεριντά, ένας από τους κορυφαίους γάλλους διανοητές του 20ού αιώνα, οι απόψεις του οποίου επηρέασαν τη φιλοσοφική σκέψη της δεκαετίας του 1970 και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού.
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΟΛΙΟΥ
Το ΒΗΜΑ, 16/06/2002
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου